Επτά χρόνια
κι όμως ο Κακαουνακης ζει! Μέσα στις καρδιές μας ζωντανός και άφθαρτος, γιατί η
φλόγα που είχε μέσα του είναι διαχρονική. Γιατί ο Νίκος ήταν προικισμένος από
την φύση με πολλά χαρίσματα. Ξεχωριστή
παρουσία , αυθόρμητος , θαρραλέος και ψυχωμένος Κρητικός, μπεσαλής με φιλότιμο
ανθρωπιά και συναίσθημα. Εκτιμούσε και τιμούσε την φιλία πράγμα που στις μέρες έχει εξαλειφθεί. Όπως έλεγε πολλές φορές ο Νίκος ότι
τα Κόμματα έρχονται και παρέρχονται και το μόνο που μένει είναι η φιλία. Γι’αυτό έλεγε και τον στίχο..
‘’
Φίλος στον φίλο φαίνεται στην
δύσκολη την ώρα, βάζει το μπέτη του μπροστά όταν θα τύχει μπόρα’’
Αυτές τις
γιορτινές μέρες, που πάντα τις
γιορτάζαμε μαζί περιμένω να χτυπήσει το τηλέφωνο και να βγει το όνομα
Κακαουνης, αλλά το τηλέφωνο δεν κτυπάει και για εμάς τους φίλους του τα
Χριστούγεννα θα είναι μελαγχολικά. Γιατί στο Καστελλι δεν θα υπάρχει η Κυρά
Μαρία ούτε τσικάλια και καζάνια ούτε πιλάφι τσικουδιά και μεζέδες, ούτε
τραπέζια στρωμένα ούτε και ο Νίκος να στέκει στην αυλή και να καλωσορίζει τους
καλεσμένους του
‘’Ούτε πουλί ούτε κλαδί και το δεντρί ξερώνε και ότι
κι αν χτίζεις το χαλάς αναθεμάσε χρόνε. ‘’
Η κυρία
Μαρία ήταν μια Μπουμπουλίνα πέντε χρόνια παντρεμένη απέκτησε πέντε παιδιά και
έμεινε με ένα. Τον άντρα της τον σήκωσε νεκρό στην πλάτη της όταν τον σκότωσαν
οι Γερμανοί και μετέφερε να τον θάψει, ενώ οι ναζοί δολωφόνοι πυροβολούσαν. Ύστερα πήρε τα παιδιά
της από την Πολλυρρήνια και πήγε στο Καστέλη, δουλεύοντας σκληρά, κάνοντας
διάφορες δουλιές για να μπορέσει να μεγαλώσει τα παιδιά της σε αυτές τις
βάρβαρες συνθήκες. Αλλά η κυρία Μαρία άντεξε γιατί ένιωθε το χρέος να μεγαλώσει
τα παιδιά με χίλιες δυο στερήσεις, αλλά τα κατάφερε. Η μοίρα όμως την χτύπησε
αλύπητα στην πορεία πέθαναν και τα
τέσσερα παιδιά της. Νίκος έμεινες μόνος.
Ο
Νίκος ζώντας από μικρό παιδί πήγαινε στην εκκλησία και έψελνε για να τρώει
πρόσφορο αντί για ψωμί. Πήγαινε στα πανηγύρια και έστηνε πάγκο για να πουλήσει
καραμέλες γκαζόζες και ότι άλλο μπορούσε. έκανε τα πάντα για να επιβιώσει αλλά
και για να βοηθάει τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Ο Νίκος μεγάλωνε με όλες αυτές τις στερήσεις
και της ορφάνιας ενός παιδιού να
μεγαλώνει σε θλυβερές και δύσκολες συνθήκες . Γι’ αυτό και ο Νίκος είχε βάλει
στόχο να προχωρήσει στα γράμματα και να πετύχει επαγγελματικά. Και αυτό το
πέτυχε, Γι’ αυτό και ο Νίκος δεν ξέχασε ποτέ τα βιώματα του ,το χωριό του, τις
ρίζες της παραδόσεις της ανθρωπιάς και της ντομπροσύνης γιατί όλα αυτά για τον
Νίκο ήταν τρόπος ζωής και καθημερινής πρακτικής.
Έχουν περάσει
τόσα χρόνια και ο Νίκος είναι δίπλα μας τον νιώθουμε κοντά μας και περιμένουμε
να μας τραγουδήσει, γιατί ο Νίκος είχε ταλέντο. Πέρα από καλός δημοσιογράφος
και ρεπόρτερ ήταν και καλός τραγουδιστής, και πάντα στην παρέα τραγούδαγε τα αγαπημένα του τραγούδια όπως
‘’όλοι μου λένε γιαντα κλαις και αγκλαιω ποιον πειράζω στον κόσμο εγγενήθηκα
καρδιές να δοκιμάζω’’ όπως και το
‘’γυαλένιος είσαι μαστραπά και όποιον κι αν δεις τον αγαπάς ‘’ Αλλά
δεν ξεχνούσε και τα αδέρφια του που τα είχε χάσει σε μιρή ηλικία και πάντα
έλεγε το ριζίτικο με βουρκωμένα μάτια ‘’Οψες αργά επερνούνα του χάροντα την πόρτα
και άκουσα την χαρόντισσα και μάλωνε τον χάρο, χάρε για δε σου το λεγα χάρε για
δε σου το ΄ πα όπου ειν πέντε παίρνε δυο και αν είναι τρεις τον έναν και όπου
ειν δυο και μοναχοί μην τους ξεζεβγαρωνεις’’
Προσωπικές μαρτυρίες
Με τον Νικό
δεν έχω κλείσει μαζί του και έχω να αναφέρω πολλά και ελπίζω να γράψω ένα βιβλίο αφιερωμένο στα όσα κάναμε και ζήσαμε
μαζί στα 40 χρόνια. Συνεχής φιλίας και αγάπης ο ένας στον άλλον. Δεν κάναμε ποτέ
ταμείο, δεν λογαριάζαμε πόσα θα χαλάσουμε και μέχρι που μπορούμε να φτάσουμε. Ήμασταν
και οι δυο πολλές φορές υπερβολικοί και αυθόρμητοι.
Γι’ αυτό και η φιλιά μας δεν πέθανε .
Πολλές φορές
είχαμε εκρήξεις ακόμα και μεταξύ μας γιατί
ήμασταν και οι δυο πειραχτήρια και μας άρεσε το καλαμπούρι και η πλάκα. Ξεφεύγαμε
πολλές φορές από την λογική και φτάναμε στα άκρα με αποτέλεσμα να υπάρχουν ανεξέλεγκτες
καταστάσεις, θα αναφέρω τρία περιστατικά
από τα τόσα που είχαμε περάσει.
<<Όταν
αποφασίσαμε να κατέβουμε στην Παγκρήτια Ένωση εγω ως υποψήφιος πρόεδρος και ο
Νίκος ως σύμβουλος του Δ.Σ είχαμε κάνει όνειρα να αναδείξουμε την Παγκρήτιο
όπως της άξιζε. Βέβαια ο κόσμος μας τίμησε με ένα ποσοστό πρωτόγνωρο στις
εκλογικές αναμετρήσεις της ένωσης. Όταν προγραμματίζαμε τις δραστηριότητες στις
συνεδριάσεις των συμβουλίων ..έκανα μια πρόταση στο Δ.Σ. Με τον Νίκο δεν το
είχαμε συζητήσει αλλα ούτε και τα υπόλοιπα μέλη γνώριζαν την πρόταση. Πρότινα την επέτειο της μάχης της Κρήτης να
την κάνουμε στο Καλλιμάρμαρο που είναι ο μεγαλύτερος και ιστορικός χόρος. Ο
Νίκος βέβαια με κοίταξε και τσιμογέλασε, Τα υπόλοιπα μέλη εφνιδιάστηκαν.
Τελειώνοντας το συμβούλιο και βγαίνοντας έξω μου λέει ‘’ Πλάκα έκανες! ‘’ και του λέω
‘’ όχι δεν έκανα πλάκα σοβαρά το λέω.’’
Την επομένη έρχεται από το γραφείο με την δίκυκλη μηχανή που είχε και
μου λεει ‘’ έλα πάμε’’ χωρίς να μου πει
που πάμε. Κατεβαίνουμε την Βασιλής Σοφίας και στο Καλλιμάρμαρο ανεβαίνει το
πεζοδρόμιο και φτάνει στην πόρτα του σταδίου, μου λέει ειρωνικά εδώ θα κάνουμε
την εκδήλωση? Βέβαια όπως είναι γνωστό κοιτάζεις τις πέτρινες πλάκες, το βάθος
του χώρου και ζαλίζεσαι από την έκταση και την ομορφιά που διαθέτει. Λέω στον
Νίκο : ‘’Eμείς είμαστε για τα δύσκολα, πρέπει να δείξουμε την δύναμη των Κρητών που είναι άλλη μια Κρήτη στην Αθήνα’’ και μου
απαντάει ο Νίκος ‘’ Είναι ρίσκο για να
γεμίσει το στάδιο και 50.000 να έρθουν θα φαίνεται άδειο και θα εκτεθούμε.
Κώστα εδώ πολύ ψηλά βάζεις τον πήχη , σε αυτόν τον χώρο δεν έχει γίνει ποτέ
πολυτιστική εκδήλωση και να γεμίσει ακόμα και τα μεγάλα κόμματα δεν έχουν κάνει
ποτέ προεκλογική συγκέντρωση αλλά αφού το έχεις βάλει στο μυαλό σου, είσαι και
πισματάρης και δεν αλλάζεις γνώμη, ας το τολμήσουμε!!’’ Ξεκινήσαμε με το πάθος
και το μεράκι που είχαμε και οι δυο για την Κρήτη και αυτό δεν μας άφησε
περιθώρια να μην εξαντλήσουμε όλες μας τις δυνάμεις με κάθε τρόπο και με κάθε
μέσο που θα μπορούσε να συμβάλει στην επιτυχία. Ήταν 11 Ιούνη του 2001 20.30 το
βράδυ ξεκίναγε να προσέρχεται ο κόσμος για την εξηκοστή επέτειο της μάχης της
Κρήτης. Συμμετείχαν δωρεάν πολλοί Κρητικοί καλλιτέχνες ο Σκουλάς ο Ψαραντώνης η
Σουλτάτου και ο Μίκης Θεοδωράκης και 2.000 κρητικοί χορευτές. Στις 21.00 ειχε πλημηρήσει το στάδιο οπότε το όνειρο μας
έγινε πραγματικότητα. Ήταν μια από τις ωραιότερες εκδηλώσεις που είχαν
πραγματοποιήσει οι Κρητικοί της Αθήνας , το στάδιο κάποια στιγμή είχε γεμίσει
με 80.000 κόσμο και αναγκαστήκαμε να κλείσουμε την πόρτα για να μην
δημιουργηθεί πρόβλημα συνοστησμού.
<< Μια
φορά το 1994 έβαλα υποψηφιότητα για δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο της Αθήνας
στο ψηφοδέλτιο του Θεόδωρου Πάγκαλου. Εγώ βεβαία δεν ήξερα από πολιτική γιατί
ήμουν άπειρος αλλά ο Νίκος με παροτρύνε να κατέβω. Ο Πάγκαλος μου ζήτησε να εκπροσωπήσω
τον χώρο του τουρισμού γιατί ασχολιόμουν επαγγελματικά με αυτό.. Άρχισε λοιπόν
ο Προεκλογικός αγώνας. Ο Νίκος τότε δούλευε στο ραδιοφώνου του FLASH και όπως κάθε μέρα μιλάγαμε και
συναντιόμασταν έτσι με παίρνει ένα μεσημέρι και που λέει : ‘’ Που είσαι τώρα,
τι κάνεις ? ‘’ του λέω : ‘’ Τι θες να κάνω ?’’ ‘’ Επιτρέπεται ένας ανογιανος να
γυρίζει στους δρόμους της Αθήνας και να διακωνατε ψήφους?’’ ‘’ Εγώ πως ήταν δυνατόν
να φανταστώ ότι ο Νίκος με είχε στον αέρα και με άκουγε η μισή Αθήνα’’ Μετά άρχισε το τηλέφωνο μου να
χτυπάει από φίλους και να μου λένε μα τι έλεγες τώρα στο ραδιόφωνο και τότε κατάλαβα
ότι ο φίλος μου ο Νίκος μου την είχε στήσει. Τον παίρνω τηλέφωνο και του λέω ‘’
Μα τι είναι αυτά τα ρεζιλίκια ? ‘’ και μου απατάει ‘’ Καλός ήσουν ‘’ του λέω ‘’
Τσα που τα’ κάνες δεν θα πάρουμε ούτε ένα ψήφο’’ κι όμως το αποτέλεσμα ήταν να πάρω
11.000 και να εκλεγώ σαν στην αντιπολίτευση.
Το άλλο περιστατικό
ήταν πολύ πιο χοντρό. Την περίοδο που ήμουν πρόεδρος στην παγκράτια ένωση ο Νίκος
ήταν και μέλος του Δ.Σ. είχαμε εκλεγεί με το μεγαλύτερο ποσοστό στην Ιστορία
της Παγκρατίου 72%. Οπότε είχαμε αναλάβει την ευθύνη να ανταποκριθούμε στις
προσδοκίες τον Κρητικών.
Ο Νίκος τότε είχε αναλάβει την πρωινή εκπομπή
στο Μέγκα. Εκείνη την περίοδο είχε προκύψει το θέμα με τα όπλα στην Κρήτη που είχε
πάρει μεγάλες διαστάσεις λόγο κάποιων επεισοδίων που είχαν δημιουργηθεί . Τότε είχε
ασχοληθεί και η κυβέρνηση που ήταν η Νέα Δημοκρατία. Ο υπουργός δημόσιας τάξης
ήταν ο Γιώργος Βουλγαράκης όπου σε μια εκπομπή
κάλεσε εμένα ως πρόεδρο της Παγκρατίου Ενώσεως και τον πατριώτη μας σκηνοθέτη τον Νίκο Κούρδουρο με θέμα πως θα αντιμετωπίσουμε
την κατάσταση με τα όπλα στην Κρήτη.
Παίρνω τον λόγο
και αναφέρομαι ότι άλλο πράγμα είναι η οπλοφορία και η οπλοχρησία και η άσκοποι
πυροβολισμοί και εντελώς διαφορετικό είναι η οπλοκατοχή. Δεν θα πρέπει λοιπόν
να τα μπλέκουμε όλα μαζί γιατί στην οπλοκατοχή υπάρχουν κειμήλια που έχουν προκύψει
από την Τούρκικη και την Γερμανική κατοχή
και αυτά δεν τα πειράζουμε. Όσον αφορά την οπλοφορία και την οπλοχρησία και
τους άσκοπους πυροβολισμούς είναι ένα πρόβλημα που χρειάζεται αντιμετώπιση αλλά
όχι με βία, και εφόδους με κουκούλες. Χρειάζεται ειδική μεταχείριση από ανθρώπους
που έχουν κύρος και σεβασμό στην κοινωνία, να παρέμβουν με διάλογο και φιλότιμο
για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα..
Ο
Κουρδουρος παίρνει τον λόγο μετά από εμένα και λέει ότι συμφωνώ με τον πρόεδρο
όπως τα λέει και θα πρέπει όλοι να συντονιστούμε προς αυτήν την κατεύθυνση και
να δώσουμε λύση. Να σταματήσουν τα επεισόδια που δημιουργούνται στους γάμους
και στα πανηγύρια που σκοτώνονται
άνθρωποι με τους άσκοπους πυροβολισμούς.
Εκείνη την στιγμή ζητάει να παρέμβει ο υπουργός Γιώργος Βουλγαράκης και ο
Κακαουνακης τον βγάζει στο παράθυρο και λέει σωστή η τοποθέτηση του πρόεδρου
και στην επιτροπή που θα οργανώσουμε για να κατέβουμε στην Κρήτη να μιλήσουμε
με τους τοπικούς παράγοντες να συμμετέχουν και ο Ξυλουρης και ο Κουρδουρος.
Ο
Κακαουνακης όμως ήθελε και πάλι να δοκιμάσει τις αντοχές μου και την αντίδραση μου όπως έκανε πολλές φορές και
όπως ήταν απρόβλεπτος με ρωτάει εσύ πρόεδρε οπλοφορείς? Εγώ εκείνη την στιγμή είδα
το ταβάνι να πέφτει επάνω μου γιατί η απάντηση δεν ήταν εύκολη, διότι έπρεπε να
απαντήσω ως πρόεδρο του μεγαλύτερου πολιτιστικού σωματίου της Κρήτης και ο πολιτισμός
με τα όπλα δεν συμβαδίζουν. Από την άλλη ήταν δύσκολο να πω ότι δε οπλοφορώ γιατί σε αυτούς
που με ήξεραν θα γινόμουν ρόμπα οπότε ξέφυγα απαντώντας οπλοφορώ όταν πηγαίνω
για κυνήγι.. Ο Κακαουνάκης όμως είδε ότι
έχασε και συνέχισε. « Εμένα μου έκανες δώρο ένα μπιστόλι στην γιορτή μου» « Ναι
Νίκο σου έκανα δώρο στην γιορτή σου ένα πιστόλι, αλλά αυτό είναι κειμήλιο από τον πατέρα μου
και αν δεν το συντηρείς καλά ,θα στο πάρω πίσω.
Αυτό το συμβάν δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Τα Νέα.
Για το
συγκεκριμένο περιστατικό θύμωσα, με έπαιρνε τηλέφωνο αλλά εγώ δεν απαντούσα.
Πέρασαν μερικές μέρες χωρίς να μιλήσουμε ήρθε και με βρήκε στο γραφείο και μου
λέει σε παίρνω τηλέφωνο γιατί δεν απαντάς και του λέω, έχεις ξεπεράσει κάθε
όριο. Και μου απαντάει Κώστα εμείς γι ’αυτό ξεχωρίζουμε από τους άλλους, γιατί
ξεκινάμε από εκεί που τελειώνουν τα όρια. Μου λέει πάμε Βούρια.? στο στέκι μας , στην ταβέρνα που τρώγαμε και
πίναμε τις τσικουδιές μας και γίναμε φέσι. Το ξεχάσαμε ,τραγουδήσαμε και αγκαλιαστήκαμε
σαν αδέρφια, γιατί έλεγε ότι τα αδέρφια
μπορεί να σκοτώνονται αλλά δεν χωρίζουν. Ο χαρακτήρας του Νίκου του επέτρεπε
πολλές φορές να ξεφεύγει και να εκτονώνεται αλλά σύντομα έδειχνε έμπρακτα την
μεταμέλια του. Βέβαια εμείς με τον Νίκο δεν ήμασταν φίλοι μόνο στα τραπεζώματα
στις τσικουδιές και στα γλέντια ,αλλά περισσότερο ήμασταν φίλοι στα δύσκολα και
πάντα το πρόβλημα που είχε ο ένας το
έκανε και ο άλλος δικό του και αυτό ήταν που μας έδενε περισσότερο.
Έτσι πέρασαν
σαράντα χρόνια παρέα, με αναταράξεις, αξέχαστα γλέντια και ωραίες αναμνήσεις .
Θολό νερό
είναι φιλιά όταν δεν έχει μπέσα, μα όταν είναι μπιστική ζεις στη καρδιά σου
μέσα.
Ήταν λιοντάρι
στην θωριά μα στην ψυχή πουλάκι έτσι θα σε θυμόμαστε Νίκο Κακαουακη!!